9/11/13

Η Ντόρα της Αντιτρομοκρατικής - Πολιτική υστέρηση και μεσαιωνική καλογερική

(Εφημερίδα των συντακτών 9 Νοεμ. 2013)



Η Ντόρα της Αντιτρομοκρατικής

«Ανεκδιήγητοι τύποι», «γελοιωδέστατα άτομα» είναι οι τρομοκράτες κατά την Ντόρα Μπακογιάννη. Που η πολιτική της καριέρα οφείλεται κατά το ήμισυ στους τρομοκράτες, θα μπορούσε να πει κανείς: αναφέρομαι στην ένδοξη χηρεία της κ. Μπακογιάννη, όταν δολοφονήθηκε από τη 17 Νοέμβρη ο σύζυγός της, ο Παύλος Μπακογιάννης, ένας πολιτικός με αντιδικτατορική παρουσία, που αντιστάθμιζε το δικό της δυσοίωνο οικογενειακό όνομα, το άλλο μισό της άκοπης και ανέξοδης αλλιώς καριέρας της.

Έτσι, χάρη στο κληρονομικώ δικαίω φωτοστέφανο του θύματος της τρομοκρατίας, κλήθηκε σαν ειδική πλέον η κ. Μπακογιάννη στο δελτίο ειδήσεων αμέσως μετά τη δολοφονία των Χρυσαυγιτών. «Πάντα εύκολους στόχους χτυπούσαν αυτοί» άρχισε να λέει (π.χ. τον σταθμάρχη της CIA στην Αθήνα Ρίτσαρντ Γουέλς, κυρία Μπακογιάννη; τον Αμερικανό πλοίαρχο Τζορτζ Τσάντες; ή τον Βρετανό στρατιωτικό ακόλουθο Στίβεν Σόντερς;), με σαρκασμό παρά με οργή, κάτι που θα ήταν δικαιολογημένο και πάντως συμβατό με πολιτική στάση. Και συνέχισε με τους χαρακτηρισμούς που παρέθεσα στην αρχή, σχεδόν καγχάζοντας και με το φορετό χαμόγελό της, είμαι σίγουρος, σαν να το ’βλεπα, καθώς την άκουγα από το ραδιόφωνο, με καγχασμό και ειρωνεία παρά με οργή, ξαναλέω.

Εμβληματική λοιπόν μορφή του αντιτρομοκρατικού μετώπου η κ. Μπακογιάννη, και δυστυχώς τυπικό δείγμα της απολιτικής αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, της μη αντιμετώπισης δηλαδή της τρομοκρατίας στις πολιτικές και κοινωνικές παραμέτρους της, στην ουσία της δηλαδή.


Πολιτική υστέρηση και μεσαιωνική καλογερική

Πάνω από δύο δεκαετίες η Χρυσή Αυγή και γενικότερα ρατσιστικές ακροδεξιές ομάδες ξυλοκοπούν, μαχαιρώνουν, κάνουν επιδρομές σε σπίτια και καταστήματα μεταναστών, καίνε, λεηλατούν, δολοφονούν, με την ανοχή, την κάλυψη ή και τη συμμετοχή της αστυνομίας, και ιδίως της κοινωνίας, όπως εκφράζεται και μαζί καθοδηγείται από τα κυρίαρχα μίντια, με την παρασιώπηση της δράσης της ακροδεξιάς από τη μια, την (υπερ)προβολή προσώπων και ιδεών της απ’ την άλλη –και με το κράτος εν υπνώσει. Κάποια στιγμή, θες από έξωθεν πιέσεις και εντολές, θες από κομματική σκοπιμότητα, να επαναπατριστούν οι ψηφοφόροι της ΧΑ, θες από πολιτική στρατηγική, να προχωρήσουν με αντιναζιστικές περγαμηνές και πεπραγμένα στην αντιμετώπιση του «άλλου άκρου», κυβέρνηση και κρατικός μηχανισμός προχωρούν ξαφνικά σε διώξεις, προφυλακίσεις ηγετικών στελεχών της ΧΑ, κάτι αρχίζει επιτέλους και κινείται. Και τότε έρχεται η διπλή, παραλίγο τριπλή δολοφονία μάλλον τυχαίων Χρυσαυγιτών. Την ώρα που γράφεται το κομμάτι αυτό δεν έχει διεκδικήσει κάποια οργάνωση το χτύπημα, δεν γνωρίζουμε λοιπόν την ιδεολογική ταυτότητα των δραστών, αλλά έτσι κι αλλιώς, αν δεν γλιστρήσουμε στον εύκολο δρόμο της πρακτορολογίας, μπορούμε να μιλήσουμε καταρχήν για πολιτική υστέρηση.

Όμως, με την ίδια ακριβώς ανάγνωση της πραγματικότητας: Πάνω από δύο δεκαετίες η Χρυσή Αυγή κτλ., ακροδεξιές ομάδες κτλ. ξυλοκοπούν, μαχαιρώνουν κτλ., δολοφονούν, με την ανοχή, την κάλυψη ή και τη συμμετοχή κτλ. κτλ., με την ίδια ακριβώς ανάγνωση, λέω, της πραγματικότητας, οφείλουμε να δούμε, όσο κι αν διαφωνούμε, την επίσης πραγματικότητα, ότι κάποιοι, πολιτικά αλλά και ηθικά ελλειμματικοί ή όπως αλλιώς τους πούμε, όμως με πολιτικά κίνητρα, αποφασίζουν να δράσουν στο κενό που δημιουργούσε επί δεκαετίες η αδράνεια και η απουσία τού –αναξιόπιστου και τώρα– κράτους. Οφείλουμε να δεχτούμε, όσο, ξαναλέω, κι αν διαφωνούμε, ότι ένα υπό κατάρρευση και προπαντός διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα, που αξεδιάλυτο τμήμα του αποτελούν πλέον και κατά τεκμήριο προοδευτικά κόμματα με τα μίντια και τους διανοουμένους τους, ίσως γι’ αυτό πιο πολύ, γι’ αυτό ακριβώς, μπορεί κάλλιστα να προκαλέσει τέτοιες αντιδράσεις. Εγκληματικές, ναι, όμως πολιτικές. Εγκλήματα, ναι, όμως πολιτικά. Κάτι που αρνούμαστε –ή φοβόμαστε– να δεχτούμε εμείς, η αδρανής στην αρχή, υποκριτική τώρα κοινωνία, παγιδευμένοι στη σκόπιμα καλλιεργούμενη σύγχυση ανάμεσα στο «κατανοώ» και το «στηρίζω», στην ταύτιση εντέλει τού «κατανοώ» και τού «στηρίζω».

Όμως, όσο επιμένουμε να μην κατανοούμε, όσο κλείνουμε τα μάτια μπροστά στην πολιτική και κοινωνική διάσταση της τρομοκρατίας, υποβιβάζουμε ένα μείζον πρόβλημα, ζωτικό για τη δημοκρατία, σε θέμα ποινικού και προπαντός ηθικού κολασμού. Με άλλα λόγια, υποκαθιστούμε την πολιτικοϊδεολογική προσέγγιση, και άρα αντιμετώπιση, με μεσαιωνικής καλογερικής μαντζούνια, κατάρες, αφορισμούς και αναθέματα, στάση που επιτείνει την τυφλή οργή, αυτήν που οπλίζει το χέρι του τρομοκράτη.

Για μένα δεν χωρεί αμφιβολία. Ηθικοί αυτουργοί της τρομοκρατίας είμαστε εμείς.

buzz it!