19/2/08

3. Η ξιπασιά, της ξυπασιάς, ω ξιππασιά, ή Βάσανα λεξικά και η βάσανος ορθογραφία

Τα Νέα, 24 Απριλίου 1999

σκίτσο του Δημ. Χαντζόπουλου

Στο προηγούμενο χαρακτήριζα ξιπασιά την τάση να παραμένει άκλιτη η Νταϊάνα - «της Νταϊάνα» και παράλληλα να κλίνεται το μπαρ - «τα μπαρς». Και ο συνάδελφος διορθωτής διόρθωσε, ορθώς, σε ξυπασιά. Όταν είδα το δοκίμιο, σημείωσα στο πλάι: «παράκληση: ξιπασιά». Και ο δαίμων του τυπογραφείου επενέβη δραστικά, και πάλι ορθώς: ξιππασιά. «Ορθώς» και οι τρεις: και ο γράφων, και ο διορθωτής, και ο δαίμων. Αφού τα τρία νεότερα λεξικά, κατά σειρά εμφάνισης: του Εμμ. Κριαρά (ΚΡ), του Γ. Μπαμπινιώτη (ΜΠ) και του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη (ΤΡ), υποστηρίζουν το καθένα διαφορετική γραφή.

διαβάστε τη συνέχεια...

Δεν είναι θέση εδώ να κριθούν τα λεξικά αυτά. Έτσι κι αλλιώς, μόνο ως χρήστης, έστω ειδικός χρήστης, λόγω επαγγέλματος, μπορώ να εκφέρω γνώμη. Ας δούμε όμως την περιπέτεια την οποία καλείται να ζήσει όποιος θελήσει να προσφύγει σε λεξικό: πόσα λεξικά πρέπει να αγοράσει, και πόσα να ανοίγει κάθε φορά, και πόσο πρέπει να παριστάνει τον γλωσσολόγο και τον πάνσοφο κριτή, που συναιρεί εντέλει τις πολλές απόψεις και αποφαίνεται, διότι πρέπει να αποφασίσει, να γράψει ή να διορθώσει: ξιππασιά ή ξυπασιά ή ξιπασιά. Πάμε λίγο πίσω:

Εν αρχή ην το πολύτιμο λεξικάκι του Γεραλή, το πρώτο «με βάση τη Νεοελληνική Γραμματική του Μανόλη Τριανταφυλλίδη». Ακολούθησαν κι άλλα, του Γεωργοπαπαδάκου π.χ., αλλά του Γεραλή παρέμενε ο γνησιότερος εκφραστής της «ορθογραφίας Τριανταφυλλίδη». Και φτάσαμε εσχάτως σε πλούσια καρποφορία, μεγαλύτερων τώρα λεξικών, ερμηνευτικών, ετυμολογικών κτλ. Πρώτα το ευρέως διαδεδομένο, ευσύνοπτο και χρηστικό λεξικό «Τεγόπουλου-Φυτράκη», και μαζεμένα, θαρρείς, τα τρία μείζονα (και σε όγκο: στην περίπτωση μάλιστα Μπαμπινιώτη και Τριανταφυλλίδη, σχεδόν απαγορευτικό για χρηστικό λεξικό) που αναφέρθηκαν εδώ στην αρχή.

Στο μεταξύ, η κατά Τριανταφυλλίδη ορθογραφία της δημοτικής συμπληρώνει 60 χρόνια ζωή. Και εκεί που είχε πλέον μπει κάποια τάξη (και εξαφανίστηκε, λ.χ., το «ταξείδι», ή το «ξαίρω», αυτό που έκανε τον Παλαμά να λέει, όπως θρυλείται, πως δεν το ξέρει το «ξέρω» με έψιλον!), διαφορετική ετυμολόγηση αναθεωρεί ή αποκαθιστά τη γραφή ορισμένων λέξεων: χλομός αντί χλωμός, βρομιά αντί βρωμιά κ.ά. Τι γίνεται όμως όταν δεν ομονοούν τα λεξικά; Και κυρίως όταν η αναθεώρηση γίνεται με φορά αντίστροφη προς την τάση της απλογράφησης;

Τι επιλέγει πια κανείς: τη λέξη του; ή το λεξικό του; Μάλλον άτοπο και πρακτικά ανέφικτο να επιλέξει τη λέξη του, που σημαίνει ότι αυθαιρέτως θα γλωσσολογεί και αναλόγως θα τσιμπολογάει τον τύπο της προτίμησης ή της έγκρισής του! Άρα επιλέγει το λεξικό του. Και τα κριτήρια πια, αρρήτως έστω, ιδεολογικά; Οι μπαμπινιωτικοί τον Μπαμπινιώτη τους κι εμείς τον Τριανταφυλλίδη μας; Διότι κάθε λεξικό κουβαλάει, όπως είναι φυσικό, «εξωκειμενικά» ή «παρακειμενικά», στην καλύτερη περίπτωση, την ιδεολογία του συντάκτη του. Στη χειρότερη (προκειμένου για λεξικό), την κουβαλάει ενδοκειμενικά: είναι η περίπτωση του λεξικού Μπαμπινιώτη, το οποίο στα ειδικά σχόλια, ακόμη και με τη στίξη (θαυμαστικά, αποσιωπητικά), αποτυπώνει τις γλωσσοϊδεολογικές απόψεις του συντάκτη. Ωστόσο, τα σχόλια αυτά είναι οπωσδήποτε λαμπρή ιδέα καθαυτήν. Χρήσιμο λοιπόν το λεξικό, και το κρατούμε. Πλάι στου σοφού δασκάλου, του Εμμ. Κριαρά, ο οποίος κουβαλά και την παράδοση του μνημειώδους Μεσαιωνικού λεξικού του. Και ακολουθεί το λεξικό του Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη, με τη μακρά παράδοσή του επίσης, λεξικό το οποίο –βασικότατο αυτό– δεν ανατρέπει την ορθογραφία που επικράτησε αυτά τα 60 χρόνια. Ξανά λοιπόν με τρία λεξικά, μολονότι –ως προς την ορθογραφία ειδικά και για καθαρά πρακτικούς λόγους– το «τρίλημμα» θα έπρεπε, κατά τη γνώμη μου, να λύνεται υπέρ του λεξικού Τριανταφυλλίδη, ακριβώς επειδή συνεχίζει και αποτυπώνει την «επίσημη» ορθογραφία, αυτήν που διδάσκεται στο σχολείο. Όμως, εκτός από τους πρακτικούς λόγους, υπάρχουν και οι επιστημονικοί, οι ερευνητικοί, και πιο πολύ οι ιδεολογικοί, όπως είπαμε, ακόμα και η μόδα ή το πιο αχαλίνωτο μάρκετιγκ.

Τρία λοιπόν τα μεγάλα λεξικά, και μακάρι κι άλλα αύριο, πάντως ο χρήστης βαδίζει με αισθήματα ανάμεικτα (ΤΡ), ή ανάμικτα (ΚΡ, ΜΠ), μπροστά σε καινούρια (ΤΡ), ή καινούργια (ΚΡ, ΜΠ) ετυμολογικά και ορθογραφικά δεδομένα, ξυπόλυτος (ΚΡ, ΜΠ, ΤΡ, δόξα τω Θεώ) στ’ αγκάθια. Και μη δοκιμάσετε να βρείτε συσχετισμούς ή συμμαχίες ανάλογα με την ιδεολογία των συντακτών. Το σκορ αλλάζει διαρκώς: γαρίφαλο (ΚΡ, ΤΡ) και γαρύφαλλο (ΜΠ)· κτήριο (ΚΡ, ΜΠ) και κτίριο (ΤΡ)· νεωτερίζω (ΜΠ, ΤΡ) και νεοτερίζω (ΚΡ).

Το σχιζοφρενικότερο: αιμομιξία, αιμομίκτης κτλ. (ΚΡ, ΜΠ, ΤΡ), ενώ: αναμειγνύω (ΜΠ, ΤΡ), αναμιγνύω (ΚΡ), αλλά ανάμεικτος-μεικτός (ΤΡ), ανάμικτος-μικτός (ΚΡ, ΜΠ), μείγμα-μείξη (ΜΠ, ΤΡ), μίγμα-μίξη (ΚΡ). Αλίμονο, αναγνώστη. Παρατηρούμε λοιπόν: πλάι στην κοινή αιμομιξία, στον Τριανταφυλλίδη όλα με -ει, στον Κριαρά όλα με -ι, στον Μπαμπινιώτη άλλα έτσι κι άλλα αλλιώς (κάτω από το λ. «αναμειγνύω κ. αναμιγνύω» υπάρχει σχετικό σχόλιο, αλλά η λύση δεν παύει να είναι δυσεφάρμοστη).

Τέλος, πλάι στην ήδη γνωστή ισοπαλία ως προς το λήμμα ξιππασιά (ΚΡ, αλλά το ρήμα εξετάζεται σαν ξυπάζω, με παραπομπή στο ξιππάζομαι), ξυπασιά (ΜΠ), ξιπασιά (ΤΡ), να σημειωθεί και το λόξυγκας, λόξυγγας, λόξιγκας. Ικανός να μας πνίξει.

Για «αλαζονεία της ετυμολογίας» είχε μιλήσει ο Παντελής Μπουκάλας, όταν έκρινε το λεξικό Μπαμπινιώτη (Καθημερινή 23.6.98), η οποία επανεισάγει «με κανονιστικό ζήλο γραφές που ξενίζουν και συγκρούονται με την οπτική μνήμη οποιουδήποτε γραφιά», και σημείωνε χαρακτηριστικά παραδείγματα, αρκετά από τα οποία απαντούν και στο λεξικό Κριαρά: ατόφυος (+ΚΡ), κουλλός, κουλλουράς, γώπα (+ΚΡ), φιλαινάδα (+ΚΡ), ρωδάκινο (+ΚΡ), τσιππούρα, καλοιακούδα κ.ά. Προσθέτω μερικά: μουλλωχτός, φύσκα, πιτσυλώ (+ΚΡ), τιττυβίζω, τσηρώτο. Και τσυτσυρίζω –πράγματι!

Σκέψεις κάθε άμοιρου χρήστη: αν η γλώσσα προχωρεί ενσωματώνοντας λάθη, αναντίλεκτα λάθη, γραμματικά και άλλα –όπως όλοι οι συντάκτες των λεξικών μας γνωρίζουν και μαρτυρούν–, πόσο μάλλον η γραφή, δηλαδή η εικόνα, απλούστατα, της λέξης. Πώς νοείται δηλαδή να αλλάζουν με το χρόνο λέξεις, γραμματικοί τύποι και συντακτικά σχήματα, και από την άλλη να «αποκαθίσταται» περιπλεκόμενη η ορθογραφία λέξεων που το ετυμολογικό ίνδαλμά τους, ακόμη κι όταν δεν αμφισβητείται, χάνεται στους αιώνες;

Και να ενισχύεται έτσι και η αυτάρεσκη ετυμηγορία κάθε χρήστη-παντογνώστη «εγώ έτσι το γράφω».

buzz it!