31/10/07

34. Που... και που...

Τα Νέα, 17 Ιουνίου 2000

Στο προηγούμενο ασχολήθηκα με την έκφραση «το γαλάζιο τ’ ουρανού», που μπορεί –αυτή ειδικά– να υπονοεί ένα συγκεκριμένο ουσιαστικό, το «χρώμα», και συχνά να το τονίζει, συχνότερα όμως μαρτυρεί απλώς γαλλική σύνταξη, όπως είναι λ.χ. ολοφάνερο στην έκφραση: «το πρόχειρο της εργασίας του»: εδώ πια νομίζει κανείς ότι γίνεται λόγος για κάποιο «πρόχειρο τετράδιο», με σημειώσεις εργασίας, κι όχι για πρόχειρη εργασία, έστω προχειρότητα της εργασίας, όπως εννοεί ο συντάκτης –με την «πρόχειρη», εντέλει, μεταφορά της ξένης σύνταξης.

διαβάστε τη συνέχεια...

Καθαρά γαλλική επιρροή αποτελεί το που... και που:
(α) «τα παιδιά που τραγουδούσαν χαρούμενα και που χόρευαν», ή
(β) «ο καθηγητής από την Αμερική και που έχει σημαντικό διδακτικό έργο».

Αυτή η σύνταξη –αντίθετα με το είναι που... («είναι ο Νίκος που ήρθε...») και το «γαλάζιο τ’ ουρανού» των δύο τελευταίων επιφυλλίδων– δεν έχει να προσφέρει απολύτως τίποτα στα ελληνικά, καμία έμφαση, καμία σημασιολογική διάκριση. Είναι ένας αδικαίωτος ξενισμός, ο οποίος (στο παράδειγμα α) μας φορτώνει ένα παραπανίσιο, άχρηστο «που», ή (στο παράδειγμα β) παρεμβάλλει ένα μυστηριώδες «και», που τίποτα δεν συνδέει:

(α) Άλλο ένα απλό παράδειγμα: «αυτή είναι μια μελέτη που κυκλοφόρησε στα γαλλικά και που παρουσιάζει την ιστορία τού Χ».

Το δεύτερο που είναι περιττό: μια μελέτη που κυκλοφόρησε στα γαλλικά και παρουσιάζει... Με τον ίδιο τρόπο αφαιρείται ανώδυνα το δεύτερο που και στα ακόλουθα παραδείγματα:

«αυτό που μου κάνει εντύπωση και που με κάνει να λέω ότι κάτι έχει αλλάξει...», «στα φλογερά γράμματα που του έγραφε η Μολ και που του τα παράδινε με τα ίδια της τα χέρια». Ανάλογο είναι και το «όταν ο Τεντ έλεγε πως θα φύγει από τη φάρμα και πως δε θα γυρίσει ποτέ». Από μεταφράσεις είναι τα παραδείγματά μου, όπως φαίνεται, εκτός από το πρώτο, που δεν φαίνεται! Η μελέτη «που κυκλοφόρησε... και που παρουσιάζει», αυτή η απλή πρόταση από σύντομη βιβλιοπαρουσίαση, πληρώνει φόρο στην ξενομάθεια του συντάκτη.

(β) Περισσότερο αστήρικτη και παράλογη είναι η περίπτωση του «και που»:

«είναι κάποιος της ίδιας ηλικίας και που του μοιάζει».

Εδώ το «και» δεν συνδέει δύο αναφορικές προτάσεις, αφού δεν υπάρχει εδώ κάποιο πρώτο «που». Φαίνεται ότι στο μυαλό του συντάκτη –οπωσδήποτε του γάλλου συντάκτη– η φράση είναι περίπου ως εξής: «είναι κάποιος που έχει την ίδια ηλικία και που του μοιάζει». Επιστρέφουμε έτσι στην πρώτη περίπτωση (α), στο «κλασικό», το περισσότερο «ορθόδοξο» σχήμα «που... και που...», οπότε αφαιρούμε το δεύτερο «που», και όλα καλά: είναι κάποιος που έχει την ίδια ηλικία και του μοιάζει. Φαύλος κύκλος, δηλαδή; Όχι· απλώς γαλλική σύνταξη: ούτε «κλασικό» ούτε «ορθόδοξο» σχήμα, όπως έγραψα αμέσως παραπάνω, ούτε χρειάζεται να μπούμε στο μυαλό του συντάκτη, να δούμε πώς επεξεργάζεται πρωτογενώς τη φράση του, προτού τη διατυπώσει γραπτά, και τι επιτέλους συνδέει με αυτό το «και». Έτσι συντάσσει ο Γάλλος στη γλώσσα του, τελεία και παύλα. Το θέμα είναι βεβαίως τι ζηλέψαμε εδώ εμείς, και γενικότερα τι δανειζόμαστε και γιατί.

Στα παραδείγματα που συγκεντρώνω μπορεί να διαγραφεί, άκοπα και ανώδυνα ξανά, το άτοπο «και»:

«ο Μάρκους εξιστορούσε μια εμπειρία δική του και που τον είχε σημαδέψει», «μεγάλα κομμάτια γκρίζου ουρανού πεσμένα πάνω στη γη, και που πασχίζουν να ξανανέβουν στην καταχνιά».

Αξιοσημείωτο είναι και πάλι ότι τέτοια παραδείγματα τα συναντούμε ακόμα και σε πρωτότυπο λόγο:

«Είναι η πρώτη μεθοδολογικά άρτια Ιστορία [...] και που εκδίδεται πρώτη φορά ελληνικά».

Και όχι μόνο σε λόγο δοκιμιακό αλλά και σε λογοτεχνία, κάποτε μάλιστα σημαντικότατη λογοτεχνία:

«μπορεί και να ’ταν μια γυναίκα “κοινή” [...] και που άλλο δε ζητούσε παρά να προσελκύσει νέους», «ένα νταμίστικο δαχτυλιδάκι και που το αγαπούσε», «ένα νόσημα αφροδίσιο, κάτι επικατάρατο και που δεν είχε τολμήσει να του [το] εξομολογηθεί», «ένα πουλόβερ μαύρο φορεμένο κατάσαρκα, [...] και που έκανε το άσπρο δέρμα του να ξασπρίζει», «ένα πλάσμα αποξενωμένο και που για πρώτη φορά φορούσε μακριά παντελόνια».

Είναι μεγάλο θέμα, που ξεφεύγει από τα όρια της σελίδας αυτής, το πώς η λογοτεχνία ενσωματώνει και κάποτε αναδεικνύει ή και δημιουργεί τύπους παραβατικούς, όπως το περίφημο καβαφικό «επέστρεφε» ή το σολωμικό «διηγώντας τα να κλαις»: Λέω «αναδεικνύει και δημιουργεί», διότι το μεν «επέστρεφε» σχετίζεται με τη γενικότερη δυσκολία αυτής της προστακτικής (που φαίνεται πως θα επικρατήσει κάποτε έτσι, λανθασμένη, αφού έχει να αντιπαλέψει την «άμουση» ορθή επίστρεφε, και τα σχετικά υπόγραψε, αντίγραψε, τα οποία τρομάζουν τον χρήστη, καθώς μοιάζουν δημοτικιστικοί αναύξητοι αόριστοι), άλλες όμως εκφραστικές ανάγκες υπηρετεί το σολωμικό διηγώντας, κοντά στο δημοτικό «φεύγω κλαίγοντας, φεύγω παραπονιώντας», ή το διαφορετικό αλλά εδώ σχετικό «ο νικήσαντας τον Άδη» του Ελύτη.

Θεωρώ ότι, πέρα από την ποίηση, που, όπως έχουμε πια συμφωνήσει, δεν χρειάζεται να λογοδοτεί σε γραμματικοσυντακτικούς κανόνες, μπορεί κάποτε και η πεζογραφία να δικαιώνει τις προθέσεις της, παρά τις όποιες παραβάσεις του τυπικού της γλώσσας –και δεν αναφέρομαι στον Τζόυς ή τον Σελίν, όπου η παράβαση αποτελεί συστατικό στοιχείο του έργου. Μπορεί δηλαδή να υπάρχει λογοτεχνία και με ξενισμούς και με ασυνταξίες, χωρίς πάντως αυτό να σημαίνει ότι οι ασυνταξίες υπηρετούν πάντοτε τη λογοτεχνική πρόθεση ή, πολύ περισσότερο, το ύφος και τη γλώσσα.

Η φαινομενική αυτή αντίφαση ερμηνεύεται μόνο με την αναγωγή στους εξωγλωσσικούς, από μιαν άποψη, νόμους που διέπουν τη λογοτεχνία: αυτός είναι άλλωστε ένας από τους λόγους για τους οποίους υποστηρίζεται όλο και πιο συχνά πως η λογοτεχνία δεν προσφέρεται εντέλει για γλωσσική διδασκαλία. Ανεξάρτητα από τη γενικότερη πνοή του εκάστοτε έργου, οι παραβατικοί τύποι θα εξακολουθούν να συνιστούν παράβαση, είτε απογειώνουν τη γλώσσα, όπως στα παραδείγματα του Σολωμού και του Ελύτη που ανέφερα πιο πριν, είτε την προσγειώνουν ανώμαλα, όπως στα σημερινά παραδείγματα τού «που... και που...»

Τη χρωστούσα αυτήν τη μεγάλη παρένθεση, επειδή και άλλοτε έχω καταφύγει στη λογοτεχνία, και ο χαρακτηρισμός «σημαντικότατη λογοτεχνία» δεν αποτελεί κενή φιλοφρόνηση προς τον συγγραφέα, που ενδέχεται να αναγνωρίσει σπαράγματα του λόγου του, τα οποία κρίνονται εδώ με αυστηρώς γλωσσικά κριτήρια. Παρουσιάζει όμως ενδιαφέρον η διείσδυση ξένων συντακτικών τρόπων στον πρωτότυπο λόγο, και όχι μόνο στον δημοσιογραφικό, που αυτός τουλάχιστον έχει τη δικαιολογία ότι λειτουργεί κάτω από ασφυκτική χρονική πίεση. Το παρήγορο είναι ότι το συντακτικό σχήμα που εξετάσαμε σήμερα, είτε πρόκειται για μετάφραση είτε για πρωτότυπο, δημοσιογραφικό αλλά και λογοτεχνικό λόγο, παραμένει στα όρια του γραπτού λόγου.

Δικαιούμαστε ωστόσο και ομαλότερο γραπτό λόγο.

buzz it!